συναγωγος

συναγωγος
    συναγωγός
    συν-ᾰγωγός
    3, Sext. тж. 2
    соединяющий
    

(δεσμοὴ φιλίας συναγωγοί Plat.)

    σ. αἰτία Sext. — связующее начало


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "συναγωγος" в других словарях:

  • συναγωγός — bringing together masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγός — όν, Α [συνάγω] 1. αυτός που συνάγει, που συλλέγει, που συναθροίζει («ἡ συναγωγὸς [μέλιτος] μέλισσα», Φίλ.) 2. αυτός που συνδέει, που ενώνει («λόγος φιλίας συναγωγός», Δίων Χρυσ.) 3. αυτός που ζει μαζί με κάποιον 4. το αρσ. ως ουσ. ὁ συναγωγός… …   Dictionary of Greek

  • συναγωγοτάτω — συναγωγός bringing together masc/neut nom/voc/acc superl dual συναγωγός bringing together masc/neut gen superl sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγόν — συναγωγός bringing together masc/fem acc sg συναγωγός bringing together neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγοῖς — συναγωγός bringing together masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγοί — συναγωγός bringing together masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγοῦ — συναγωγός bringing together masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγούς — συναγωγός bringing together masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναγωγῷ — συναγωγός bringing together masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυναγωγόν — συναγωγόν , συναγωγός bringing together masc/fem acc sg συναγωγόν , συναγωγός bringing together neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αρχισυναγωγός — Ο προϊστάμενος της εβραϊκής συναγωγής. Στη δικαιοδοσία του α. ανήκε η εκλογή εκείνων που διάβαζαν στη συναγωγή, το Σαββάτο και τις εορτές, τις περικοπές της Βίβλου, απάγγελλαν τις προσευχές και κήρυτταν. Ο α. φρόντιζε επίσης για τα σχετικά με τη… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»